Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόdirupàrsi
ρήμα μέσο αμετάβατο Προσφορά I.P.A.: [diruˈparsi] 1 γίνομαι απόκρημνος ή απότομος 2 πέφτω απότομα 3 γκρεμίζομαι 4 κρημνίζομαι 5 κατακρημνίζομαι permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |