Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


deletèrio  
επίθετο

Προσφορά I.P.A.: [deleˈtɛrjo]

1 βλαβερός
2 δηλητηριώδης
3 φθοροποιός
4 επιβλαβής
5 βλαπτικός
6 επιζήμιος
7 ολέθριος


permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  delegazione Delfi  >>


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

delegare (ρ. μτβ.)
delegatario (ουσ αρσ )
delegato (ουσ αρσ )
delegato (επίθ.)
delegazione (θηλ.ουσ)
deleterio (επίθ.)
Delfi (θηλ.ουσ)
delfino (ουσ αρσ )
delibare (ρ. μτβ.)
delibazione (θηλ.ουσ)
delibera (θηλ.ουσ)
deliberare (ρ. μτβ.)
deliberatamente (επίρ.)
deliberatario (επίθ.)
deliberativo (επίθ.)
deliberato (επίθ.)
deliberatorio (επίθ.)
deliberazione (θηλ.ουσ)
delicatezza (θηλ.ουσ)
delicato (αρσ. επίθ και ουσ)

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από:

---CACHE---