Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόcontingènza
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [kontinˈʤɛntsa] 1 περίσταση 2 πιθανό συμβάν λόγω γειτνίασης 3 περίπτωση 4 περιστατικό 5 απρόοπτο 6 ενδεχόμενο 7 δύναμη των περιστάσεων 8 πιθανότητα permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |