Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόcommerciàre
ρήμα μεταβατικό και αμετάβατο Προσφορά I.P.A.: [kommerˈʧare] 1 ασχολούμαι με το εμπόριο 2 πουλώ 3 εκμεταλλεύομαι 4 αγοράζω ή διακινώ αγαθά 5 ασκώ εμπόριο 6 διακινώ αγαθά 7 εμπορεύομαι permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |