Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόcommilitóne
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [kommiliˈtone] 1 συνάδελφος στρατιώτης 2 συμπολεμιστής 3 συναγωνιστής permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |