Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόassomigliàre
ρήμα μεταβατικό και αμετάβατο Προσφορά I.P.A.: [assomiʎˈʎare] (a) μοιάζω (με), ομοιάζω (με) assomigliàrsi ρήμα μέσο αμετάβατο Προσφορά I.P.A.: [assomiʎˈʎarsi] 1 μοιάζω 2 ομοιάζω permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |