Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόassopìre
ρήμα μεταβατικό Προσφορά I.P.A.: [assoˈpire] 1 κατευνάζω 2 καταπραΰνω 3 ναρκώνω 4 προκαλώ νύστα 5 ανακουφίζω assopìrsi ρήμα μέσο αμετάβατο Προσφορά I.P.A.: [assoˈpirsi] καταλαγιάζω permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |