Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόarpìa
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [arˈpia] 1 στρίγκλα 2 Άρπυια 3 αετός γένους Harpya 4 μέγαιρα permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |