Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόaddentellàto
αρσενικό επίθετο και ουσιαστικό Προσφορά I.P.A.: [addentelˈlato] 1 διασύνδεση 2 σύνδεση 3 οδόντωση permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |