Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόaddiètro
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [adˈdjɛtro] 1 προηγουμένως 2 προτού 3 πριν 4 πίσω 5 όπισθεν permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |