accozzàglia
ουσιαστικό θηλυκό
Προσφορά I.P.A.: [akkotˈtsaʎʎa]
1 πλέμπα
2 μείγμα
3 κατώτατη τάξη λαού
4 κυκεώνας
5 ποτ-πουρί
6 ανακατωσούρα
7 ετερογενές μείγμα
8 μάζα
9 συνονθύλευμα
10 φύρδην μίγδην
11 συμπίλημα
12 σύμφυρμα
ουσιαστικό θηλυκό
Προσφορά I.P.A.: [akkotˈtsaʎʎa]
1 πλέμπα
2 μείγμα
3 κατώτατη τάξη λαού
4 κυκεώνας
5 ποτ-πουρί
6 ανακατωσούρα
7 ετερογενές μείγμα
8 μάζα
9 συνονθύλευμα
10 φύρδην μίγδην
11 συμπίλημα
12 σύμφυρμα
permalink
accozzaglia (θηλ.ουσ)

Οι Ιστοτοποι Μασ
- Dizionario italiano
- Grammatica italiana
- Verbi Italiani
- Dizionario latino
- Dizionario greco antico
- Dizionario francese
- Dizionario inglese
- Dizionario tedesco
- Dizionario spagnolo
- Dizionario greco moderno
- Dizionario piemontese
En français
In english
In Deutsch
En español
Em portugues
По русски
Στα ελληνικά
Ën piemontèis
Οι κινητές εφαρμογές μας
Android