Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόaccreditaménto
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [akkreditaˈmento] 1 χρόνος αποπληρωμής αγαθών 2 καταχώρηση σε παθητικό 3 επικύρωση 4 πίστη 5 πίστωση 6 ποσό διατιθέμενο από τράπεζα permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |