Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόaccanalàre
ρήμα μεταβατικό Προσφορά I.P.A.: [akkanaˈlare] 1 αυλακώνω 2 κατασκευάζω κανάλι permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |