Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόaccantonàre
ρήμα μεταβατικό Προσφορά I.P.A.: [akkantoˈnare] 1 (una somma) βάζω στην άκρη 2 (un'idea, un progetto) βάζω στο ράφι permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |