Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόaccalappiatùra
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [akkalappjaˈtura] 1 εξόντωση με παγίδα 2 παγίδευμα 3 στήσιμο παγίδας 4 σύλληψη 5 παγίδευση permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |