ItalianoGreco


abbacchiàre  
ρήμα μεταβατικό

Προσφορά I.P.A.: [abbakˈkjare]

1 ταπεινώνω
2 αποθαρρύνω
3 απελπίζω
4 ρίχνω τις τιμές
5 ραβδίζω δέντρο
6 ρίχνω κάτω με χτύπημα
7 πουλώ κάτι σε πολύ χαμηλή τιμή

abbacchiàrsi  
ρήμα μέσο αμετάβατο

Προσφορά I.P.A.: [abbakˈkjarsi]

1 απελπίζομαι
2 ταπεινώνομαι
3 απογοητεύομαι


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---