Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόabbachìsta
ουσιαστικό αρσενικό και θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [abbaˈkista] αυτός που χειρίζεται τον άβακα για λογαριασμούς (χρησιμοποιείται ειρωνικά) permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |