Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόabbaiaménto
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [abbajaˈmento] 1 κακολογία 2 σκούξιμο 3 κραυγή 4 γάβγισμα 5 ουρλιαχτό 6 υλακή permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |