Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόàbbaco
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [ˈabbako] 1 άβαξ 2 πίνακας 3 άβακας 4 αριθμητήριο 5 τέχνη της αριθμητικής 6 αβάκιο permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |