Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόabbacchiàto
επίθετο Προσφορά I.P.A.: [abbakˈkjato] 1 απελπισμένος 2 αποκαρδιωμένος 3 ταπεινωμένος 4 αποθαρρυμένος 5 απογοητευμένος permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |