Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


Περιηγηθείτε στο λεξικό

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω

κολατσίζω {κολάτσισα... κολιέ [ουσ αρσ ]
κολατσιό [ουσ ουδ.] κολιέ [ουσ ουδ.]
κολαφίζω [ρ.] κολικός [επίθ.]
κόλαφος {κόλαφων} κολικός [ουσ αρσ ]
κολέγας [ουσ αρσ ] κολιός [ουσ αρσ ]
κολεγιά [θηλ.ουσ] κολίτιδα [θηλ.ουσ]
κολεγιακός [επίθ.] κόλλα {χωρ. γεν....
κολέγιο {κολεγί-ου... κολλαγόνο [ουσ ουδ.]
κολεγιόπαιδο [ουσ ουδ.] κολλαρίζω {κολλάρισ-...
κολέγχυμα [ουσ ουδ.] κολλάρισμα [ουσ ουδ.]
κολεκτίβα {χωρ. γεν.... κολλαρισμένος [επίθ.]
κολεκτιβισμός [ουσ αρσ ] κολλαριστός [επίθ.]
κολεκτιβιστικός [επίθ.] κολλάρομαι [ρ. παθ.]
κολεκτιβοποίηση {-ης κ. -ή... κολλάρω (κολλάρ-ισ...
κολέντα [θηλ.ουσ] κολλάω (κόλλ-ησα,...
κολεξιόν [θηλ.ουσ] κόλλημα {κολλήμ-ατ...
κολεοειδής [επίθ.] κολλημένος [επίθ.]
Kολεόπτερα [ουσ ουδ πληθ.] κόλληση {-ης κ. -ή...
κολεόπτερο {κολεοπτέρ... κολλητά [επίρ.]
κολεός [ουσ αρσ ] Κολλητής [ουσ αρσ ]
κολεοσπασμός [ουσ αρσ ] κολλητικός [επίθ.]
κολίανδρον [ουσ ουδ.] κολλητός [επίθ.]
κολίγας [ουσ αρσ ] κολλητός [ουσ αρσ ]
κολιγιά [θηλ.ουσ] κολλητσίδα [θηλ.ουσ]
κολίγος [ουσ αρσ ] κολλιτσίδα [θηλ.ουσ]

Pagina precedentePagina successiva

Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από: