Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


κολλημένος  
επίθετο

1 participio passato del verbo [κολλάω]
2 appiccicati`ccio
3 gomma`to
4 inceppa`to
5 salda`to

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  κόλλημα κόλληση  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---