Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


κολατσιό  
ουσιαστικό ουδέτερο

spunti`no ~m~

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  κολατσίζω κολαφίζω  >>

Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματα


το πρωινό κολατσιό = prima colazione [θηλ.]


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---