Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


Περιηγηθείτε στο λεξικό

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω

εκτελεστικός [επίθ.] εκτιμούμενος [επίθ.]
εκτελεστός [επίθ.] εκτιμώ {εκτιμάς.....
εκτελούμαι αόρ. και ε... εκτιμώμαι [ρ. παθ.]
εκτελώ {εκτελείς.... εκτιμώμενος [επίθ.]
εκτελωνήσιμος [επίθ.] εκτινάζομαι [ρ. παθ.]
εκτελωνίζομαι [ρ. παθ.] εκτινάζω [ρ. μτβ.]
εκτελωνίζω {εκτελώνισ... εκτίναξη {-ης κ. -ά...
εκτελωνισμένος [επίθ.] εκτινάξιμος [επίθ.]
εκτελωνισμός [ουσ αρσ ] εκτινάσσομαι [ρ. παθ.]
εκτελωνίστρια {εκτελωνισ... εκτινάσσω {εκτίνα-ξα...
εκτενέστατος [επίθ.] εκτίνω {εξέτισα} ...
εκτενέστερος [επίθ.] έκτιση [θηλ.ουσ]
εκτενής {εκτεν-ούς... εκτίω αόρ. εξέτι...
εκτενώς [επίρ.] έκτο [ουσ ουδ.]
εκτεταμένα [επίρ.] εκτομή [θηλ.ουσ]
εκτεταμένος [επίθ.] εκτομίας {εκτομιών}
εκτίθεμαι αόρ. εξέθε... εκτονώνομαι [ρ. παθ.]
εκτικός [επίθ.] εκτονώνω {εκτόνω-σα...
εκτιμάω [-άς, -ά] ... εκτόνωση {-ης κ. -ώ...
εκτιμημένος [επίθ.] εκτονωτικός [επίθ.]
εκτίμηση {-ης κ. -ή... εκτοξεύομαι [ρ. παθ.]
εκτιμητής {εκτιμητρι... εκτόξευση {-ης κ. -ε...
εκτιμητικός [επίθ.] εκτοξευτήρας [ουσ αρσ ]
εκτιμητός [επίθ.] εκτοξεύω {εκτόξευ-σ...
εκτιμήτρια {εκτιμητρι... εκτοπία {εκτοπιών}

Pagina precedentePagina successiva

Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από: