Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


εκτιμάω
ρήμα μεταβατικό

variante di [εκτιμώ]

εκτιμώ  
ρήμα μεταβατικό

1 stima`re, apprezza`re εκτιμώ πολύ τη δουλειά αυτού του ποιητή == stimo molto l'opera di quel poeta | τον εκτιμούν πολύ για την τιμιότητά του == lo stimano molto per la sua onestà | εκτιμώ την ειλικρίνειά σου == apprezzo la tua franchezza
2 valuta`re, stima`re εκτιμώ τούς κινδύνους == valutare i pericoli
3 apprezza`re, e`ssere grato di εκτιμώ μια ζημιά == stimare / valutare un danno

εκτιμώμαι
ρήμα παθητικό


permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  εκτικός εκτιμημένος  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---