Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


δουλεμπορία  
ουσιαστικό θηλυκό

1 tratta ~f~ degli schia`vi
2 tra`ffico ~m~ degli schia`vi
3 comme`rcio ~m~ degli schia`vi

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  δουλεμένος δουλεμπορικός  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---