Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόβρομερότης
ουσιαστικό θηλυκό forma letteraria di [βρομερότητα ^-ας, η^] βρομερότητα ουσιαστικό θηλυκό 1 laide`zza ~f~ 2 schife`zza ~f~ 3 schifosa`ggine ~f~ 4 sconce`zza ~f~ 5 sordide`zza ~f~ permalink
Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω
|
Ën piemontèis |