Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

violétta (θηλ.ουσ) Virgìlio (κύρ.όν. αρσ.)
violétto (επίθ.) virgìnia (ουσ αρσ )
violinàio (ουσ αρσ ) virgìnia (θηλ.ουσ)
violinìsta (ουσ αρσ και θηλ.) vìrgola (θηλ.ουσ)
violinìstico (επίθ.) virgolàre (ρ. μτβ.)
violìno (ουσ αρσ ) virgolettàre (ρ. μτβ.)
violìsta (ουσ αρσ και θηλ.) virgolétte (θηλ. ουσ πληθ.)
violoncellìsta (ουσ αρσ και θηλ.) virgùlto (ουσ αρσ )
violoncèllo (ουσ αρσ ) virìle (επίθ.)
viòttola (θηλ.ουσ) virilìsmo (ουσ αρσ )
viòttolo (ουσ αρσ ) virilità (θηλ.ουσ)
vìpera (θηλ.ουσ) virilizzàre (ρ. μτβ.)
viperàio (ουσ αρσ ) virilizzarsi (ρ.μ. (αντων.))
vipèridi (ουσ αρσ πληθ.) virilizzazióne (θηλ.ουσ)
viperìno (επίθ.) virilménte (επίρ.)
vipistrello (ουσ αρσ ) virogènesi (θηλ.ουσ)
vìpla (θηλ.ουσ) virologìa (θηλ.ουσ)
viràggio (ουσ αρσ ) virològico (επίθ.)
viràgo (θηλ.ουσ) viròlogo (ουσ αρσ )
viràle (επίθ.) viròsi (θηλ.ουσ)
viràre (ρ. μτβ. και αμετβ.) virtù (θηλ.ουσ)
viràta (θηλ.ουσ) virtuàle (επίθ.)
viremìa (θηλ.ουσ) virtualità (θηλ.ουσ)
virènte (επίθ.) virtuosaménte (επίρ.)
virgiliàno (αρσ. επίθ και ουσ) virtuosìsmo (ουσ αρσ )

Pagina precedentePagina successiva

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από: