Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

radìcchio (ουσ αρσ ) radiochìmica (θηλ.ουσ)
radìce (θηλ.ουσ) radiocollegaménto (ουσ αρσ )
radichétta (θηλ.ουσ) radiocomandàre (ρ. μτβ.)
radicifórme (επίθ.) radiocomandàto (επίθ.)
radicolàre (επίθ.) radiocomàndo (ουσ αρσ )
radicolìte (θηλ.ουσ) radiocomunicazióne (θηλ.ουσ)
radimàdia (ουσ αρσ ) radioconduttóre (ουσ αρσ )
ràdio (ουσ αρσ ) radioconversazióne (θηλ.ουσ)
ràdio (θηλ.ουσ) radiocromatografìa (θηλ.ουσ)
radioabbonàto (ουσ αρσ ) radiocromatografico (επίθ.)
radioaltìmetro (ουσ αρσ ) radiocrònaca (θηλ.ουσ)
radioamatóre (ουσ αρσ ) radiocronìsta (ουσ αρσ και θηλ.)
radioascoltatóre (ουσ αρσ ) radiocronologìa (θηλ.ουσ)
radioascólto (ουσ αρσ ) radiodermìte (θηλ.ουσ)
radioassistènza (θηλ.ουσ) radiodiagnòstica (θηλ.ουσ)
radioastronomìa (θηλ.ουσ) radiodiagnòstico (επίθ.)
radioastrònomo (ουσ αρσ ) radiodiffóndere (ρ. μτβ.)
radioattività (θηλ.ουσ) radiodiffusióne (θηλ.ουσ)
radioattìvo (επίθ.) radiodilettànte (ουσ αρσ και θηλ.)
radioaudizióne (θηλ.ουσ) radiodistùrbo (ουσ αρσ )
radiobiologìa (θηλ.ουσ) radiodràmma (ουσ αρσ )
radiobiòlogo (ουσ αρσ ) radioecologìa (θηλ.ουσ)
radiobùssola (θηλ.ουσ) radioecologico (επίθ.)
radiocanàle (ουσ αρσ ) radioecologo (ουσ αρσ )
radiocarbònio (ουσ αρσ ) radioeleménto (ουσ αρσ )

Pagina precedentePagina successiva

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από: