Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

portaborràcce (ουσ αρσ και θηλ.) portagiòie (ουσ αρσ )
portabottìglie (ουσ αρσ ) portagioièlli (ουσ αρσ )
portabùrro (ουσ αρσ ) portaimmondìzie (ουσ αρσ )
portacànna (ουσ αρσ ) portaincènso (ουσ αρσ )
portacappèlli (ουσ αρσ ) portainnèsto (ουσ αρσ )
portacàrte (ουσ αρσ και θηλ.) portainségna (ουσ αρσ )
portacatìno (ουσ αρσ ) portalàmpada (ουσ αρσ )
portacénere (ουσ αρσ ) portalàpis (ουσ αρσ )
portachiàvi (ουσ αρσ ) portàle (ουσ αρσ )
portacìpria (ουσ αρσ ) portàle (επίθ.)
portacontainers (ουσ αρσ ) portalèttere, portaléttere (ουσ αρσ και θηλ.)
portadìschi (ουσ αρσ ) portamatìta (ουσ αρσ )
portaelicòtteri (θηλ.ουσ) portamatìte (ουσ αρσ )
portaèrei (θηλ.ουσ) portaménto (ουσ αρσ )
portaferìti (ουσ αρσ ) portamìssili (ουσ αρσ )
portafiammìferi (ουσ αρσ ) portamonéte (ουσ αρσ )
portafiàschi (ουσ αρσ ) portamòrso (ουσ αρσ )
portafìli (ουσ αρσ ) portampólle (ουσ αρσ )
portafinèstra (θηλ.ουσ) portamunizióni (ουσ αρσ )
portafióri (ουσ αρσ ) portànte (ουσ αρσ )
portafògli (ουσ αρσ ) portànte (επίθ.)
portafòglio (ουσ αρσ ) portantìna (θηλ.ουσ)
portafortùna (ουσ αρσ ) portantìno (ουσ αρσ )
portafrùtta (ουσ αρσ ) portànza (θηλ.ουσ)
portafusìbili (ουσ αρσ ) portaobiettìvo (ουσ αρσ )

Pagina precedentePagina successiva

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από: