Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

giovincèllo (ουσ αρσ ) girarròsto (ουσ αρσ )
giovinézza (θηλ.ουσ) girasóle (ουσ αρσ )
gipaèto (ουσ αρσ ) giràta (θηλ.ουσ)
gipèto (ουσ αρσ ) giratàrio (ουσ αρσ )
gippóne (ουσ αρσ ) giratòrio (επίθ.)
gipsotèca (θηλ.ουσ) giratùbi (ουσ αρσ )
girabacchìno (ουσ αρσ ) giravìte (ουσ αρσ )
girabecchìno (ουσ αρσ ) giravòlta (θηλ.ουσ)
giràbile (επίθ.) girèlla (ουσ αρσ και θηλ.)
giradìschi (ουσ αρσ ) girellàre (ρ.αμτβ.)
giradìto (ουσ αρσ ) girèllo (ουσ αρσ )
giràffa (θηλ.ουσ) girellóne (ουσ αρσ )
giraffìsta (ουσ αρσ και θηλ.) girétto (ουσ αρσ )
girafilière (ουσ αρσ ) girévole (επίθ.)
giramàschio (ουσ αρσ ) girfàlco (ουσ αρσ )
giraménto (ουσ αρσ ) girifàlco (ουσ αρσ )
giramóndo (ουσ αρσ και θηλ.) girigògolo (ουσ αρσ )
giràndola (θηλ.ουσ) girìno (ουσ αρσ )
girandolàre (ρ.αμτβ.) gìro (ουσ αρσ )
girandolóne (ουσ αρσ ) girobùssola (θηλ.ουσ)
girandolóni (επίρ.) girocòllo (ουσ αρσ )
girànte (αρσ και θηλ. επίθ και ουσ.) girocónto (ουσ αρσ )
giràre (ρ.αμτβ.) girofrequènza (θηλ.ουσ)
giràre (ρ. μτβ.) giròmetro (ουσ αρσ )
girarsi (ρ.μ. (αντων.)) giróne (ουσ αρσ )

Pagina precedentePagina successiva

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από: