Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόsvasàre
ρήμα μεταβατικό Προσφορά I.P.A.: [zvaˈzare] 1 ευρύνω το άνοιγμα βίδας 2 λιμάρω 3 μεταφυτεύω σε μεγαλύτερη γλάστρα 4 σχηματίζω σε σχήμα καμπάνας permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |