Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόstregonerìa
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [stregoneˈria] 1 γητειά 2 μάγεμα 3 μαγική τέχνη 4 μαγεία 5 μαγγανεία permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |