Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόstrangugliòne
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [stranguʎˈʎone] 1 σπασμός λαρυγγικών μυών 2 λόξιγκας 3 στρεπτοκοκκίαση ίππου permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |