Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόstoppàre
ρήμα μεταβατικό Προσφορά I.P.A.: [stopˈpare] 1 σταματώ 2 κλείνω 3 ακινητοποιώ 4 βουλώνω με στουπί 5 καλαφατίζω 6 στουμπώνω permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |