ItalianoGreco


stòffa  
ουσιαστικό θηλυκό

Προσφορά I.P.A.: [ˈstɔffa]

το ύφασμα


permalink


Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματα


stoffa [θηλ.] a quadretti = το καρό ύφασμα



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---