Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόsporcaccióna
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [sporkatˈʧona] 1 πουτάνα 2 βρωμιάρα γυναίκα 3 τσούλα 4 ανήθικη γυναίκα permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |