Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόspezzettàre
ρήμα μεταβατικό Προσφορά I.P.A.: [spettsetˈtare] 1 κατακομματιάζω 2 κόβω (κρέας) σε κιμά 3 λιανίζω 4 κατακερματίζω 5 τεμαχίζω 6 λιανίζω 7 κατατεμαχίζω permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |