Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόspèrso
επίθετο Προσφορά I.P.A.: [ˈspɛrso] 1 αμήχανος 2 ταραγμένος στενοχωρημένος 3 παραπεταμένος αδέσποτος (για ζώο) 4 χαμένος 5 σαστισμένος 6 συγχυσμένος permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |