Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόspersonalizzàre
ρήμα μεταβατικό Προσφορά I.P.A.: [spersonalidˈdzare] 1 αποπροσωποποιώ 2 αφαιρώ προσωπικότητα 3 καθιστώ απρόσωπο spersonalizzarsi ρήμα μέσο* (αντωνυμιακό) Προσφορά I.P.A.: [spersonalidˈdzarsi] 1 χάνω την προσωπικότητα μου 2 χάνω αίσθηση προσωπικότητας permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |