Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόspelónca
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [speˈlonka] 1 κρύπτη 2 κρησφύγετο 3 λημέρι 4 τρώγλη 5 φωλιά θηρίου permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |