Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόsortìta
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [sorˈtita] 1 λογοπαίγνιο 2 εξυπνάδα (ευφυολόγημα) 3 σκώμμα 4 βόλτα 5 έξοδος 6 έξοδος (πολιορκουμένων) 7 έξοδος (μαχητικών αεροσκαφών) 8 εξόρμηση (αεροσκαφών) 9 έναρξη παράστασης 10 εφόρμηση permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |