Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόsortilègio
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [sortiˈlɛʤo] 1 μαγγανεία 2 μαγεία 3 γοητεία 4 απάτη 5 γητειά permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |