Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόsòrte
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [ˈsɔrta] η μοίρα, η τύχη permalink
Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματαtirare a sorte = τραβώ στην τύχη Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |