Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόsconsolàto
επίθετο Προσφορά I.P.A.: [skonsoˈlato] 1 απαισιόδοξος 2 κατηφής 3 ζοφερός 4 μελαγχολικός 5 λυπητερός 6 θλιβερός 7 ψυχοπλακωτικός 8 αποκαρδιωμένος 9 απαραμύθητος 10 απαρηγόρητος 11 απελπισμένος 12 απόκαρδος 13 αποθαρρυμένος 14 απογοητευμένος permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |