Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόscompìglio
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [skomˈpiʎʎo] 1 θαλάσσωμα 2 βαβούρα 3 αταξία 4 κοσμοχαλασιά 5 ταραχή 6 πατιρντί 7 ξεσήκωμα 8 αναταραχή 9 αναβρασμός 10 ακαταστασία 11 σύγχυση 12 ανακατωσούρα 13 αναστάτωμα 14 ανασκάλευση 15 ανακάτωμα permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |