Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόscioccóne
αρσενικό επίθετο και ουσιαστικό Προσφορά I.P.A.: [ʃokˈkone] 1 μεγάλος κόπανος 2 βλάκας μεγάλος permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |