Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόschiamazzàre
ρήμα αμετάβατο Προσφορά I.P.A.: [skjamatˈtsare] 1 διαμαρτύρομαι φωναχτά 2 θορυβώ 3 φωνάζω 4 κακαρίζω 5 κλώζω 6 κρώζω permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |