Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόscampàre
ρήμα αμετάβατο Προσφορά I.P.A.: [skamˈpare] 1 βρίσκω καταφύγιο 2 προστατεύομαι 3 καταφεύγω 4 γλιτώνω 5 βρίσκω άσυλο 6 διαφεύγω άθικτος 7 προφυλάσσομαι scampàre ρήμα μεταβατικό Προσφορά I.P.A.: [skamˈpare] ξεφεύγω permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |