Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόsbrinatóre
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [zbrinaˈtore] 1 αντίσταση ξεπαγώματος των τζαμιών 2 αποπαγωτής permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |